Τρίτη 18 Αυγούστου 2009

στην χώρα των χρυσών ήλιων

Το μυθιστόρημα του Καλέντ Χοσεϊνί. Όπου, όπως είπε και η κ. Δώρα [που συχνά πυκνά φροντίζει για την (λογοτεχνική) παιδεία μας], έχεις απλά "το Αφγανιστάν στο πιάτο σου".

Είναι μια χώρα που την μάθαμε πακέτο με τις επιθέσεις της 11/09. Μαζί με τον Μπιν Λάντεν, μαζί με την μπούρκα, τους Ταλιμπάν, την καλλιέργεια οπίου και άλλα καθόλου ειρηνικά και φιλήσυχα. Μια χώρα μακρινή για τα δεδομένα μας, για την νοοτροπία μας, για την θρησκεία μας, για τις αντιλήψεις μας.

Το μυθιστόρημα είναι κατ' αρχήν εκπληκτικό γι αυτόν ακριβώς τον λόγο. Γιατί σου παρουσιάζει μια ιστορία που ξεκινάει και τελειώνει εκεί. Και διαρκεί όσο διαρκούν οι πρόσφατες ταραχές, μαζί με τον κουμμουνισμό, τους μουτζαχεντίν, τους εμφυλίους (που τελικά ακολουθούν κάθε εθνικό απελευθερωτικό αγώνα, ανεξάρτητα πόσο ειλικρινής είναι αυτός και σε ποιο μήκος και πλάτος του πλανήτη συμβαίνει), τους Ταλιμπάν, τον Μπους, τους Ταλιμπάν ξανά, όπως ακούμε τις τελευταίες μέρες στους παγκοσμιοποιημένους τηλεοπτικούς μας δέκτες.

Αφου τελειώσει κανείς το μυθιστόρημα κυριαρχεί αυτό το αίσθημα της ασφάλειας και των ενοχών. Της ασφάλειας που οι γυναίκες στην ελλάδα δεν είναι όπως εκεί, δεν παντρεύονται με τη βία στα 15, δεν υφίστανται ψυχολογική και σωματική βία σε όλη τους τη ζωή, δεν κρύβονται κάτω από την μπούρκα, μορφώνονται, δουλεύουν, ζουν όπως και οι άντρες, χωρίς διαφορές (ελπίζω) πλέον. Και των ενοχών, αφού εμείς γεννηθήκαμε σε καθαρά σεντόνια με τρεχούμενο νερό και ηλεκτρισμό (να μην αναφέρω το ιντερνετ), με γονείς που μας μεγάλωναν με όλα όσα ο κάθε δυτικός μπορεί να ζητήσει, κυρίως με αγάπη, στις ευτυχισμένες των περιπτώσεων, ενώ κάπου αλλού, όχι τόσο (γεωγραφικά) μακριά τα πράγματα δεν είναι έτσι.

Είναι όπως οι ταινίες για την αφρική (βλ. Ματωμένο Διαμάντι, Ο Επίμονος Κηπουρός) ή εκείνες για το πακιστάν (που στο μυθιστόρημα για το αφγανιστάν είναι ότι για την αλβανία η ελλάδα μερικά χρόνια πριν) και τις απαγωγές δημοσιογράφων κτλ κτλ. Που συγκλονίζεσαι, συγκινείσαι, ΔΕΝ ταυτίζεσαι γιατί δεν υπάρχει κάτι με το οποίο μπορείς να ταυτιστείς, δεν υπάρχουν έτσι κ αλλιώς πολλά τα οποία μπορούσες να φανταστείς πριν αρχίσεις το βιβλίο/την ταινία. Τελικά όμως κάποια στιγμή ξεχνάς. Ελπίζοντας αυτό το μεσοδιάστημα να είναι όσο το δυνατόν μεγαλύτερο, όσο το δυνατόν πιο ηχηρό για τους ανθρώπους γύρω σου.

Άλλωστε αυτό δεν είναι και η ιστορία των ιστολογίων σαν και αυτό εδώ; Η αποτύπωση ιχνών, κομματιών ενός μονοπατιού, η χαρτογράφηση μιας πορείας στην αιωνιότητα (εφόσον ο server που μας κρατάει όλους δωρεάν δεν αποφασίσει να κλείσει) και στο χάος του παγκόσμιου χωριού που λέγεται ιντερνετ, με στόχο την επέκταση (χρονική, ποσοτική, ποιοτική) τέτοιων μεσο_διαστημάτων, ανάμεσα σε μία εμπειρία και μια άλλη, άξιες καταγραφής.

Θα μείνω, άρα, στον επίλογο του μυθιστορήματος και θα πω το εξής. Κάποιος (ο συγγραφές έν προκειμένω) έχει δουλέψει, έχει περάσει ώρες μπροστά από άδειες σελίδες (έτσι δεν κάνουν οι συγγραφείς;) με στόχο να φέρει στα καλοκαιρινά μας απογεύματα μια ιστορία αληθινή, για την πατρίδα του. Με τρόπους, που στο μάτι και στο μυαλό ενός απλού αναγνώστη, φαίνονται εκπληκτικοί.

Αφιερώνει ωστόσο τον επίλογο της διαδικασίας αυτής στο να ενημερώσει (και όχι πλέον να συγκινήσει, να εξηγήσει, να παραμυθιάσει) για τους πρόσφυγες, για την δραση του UNHCR, για το τεράστιο πρόβλημα που τουλάχιστον εμάς τους έλληνες δεν θα έπρεπε να μας αφήνει αδιάφορους, ξεχνώντας τη δική μας ιστορία (πράγμα που δυστυχώς συμβαίνει, αν αναλογιστεί κανείς πρόσφατα και μη γεγονότα).

Στόχος του δεν είναι άλλος απ' το να παρακινήσει να φύγουμε από το συναίσθημα της ασφάλειας, να φύγουμε και από εκείνο των ενοχών και να πάμε τα προβλήματα ένα βήμα παραπέρα. Τα ουσιαστικά προβλήματα, τα ανθρώπινα. Και να σταματήσουμε να περιμένουμε τα πράγματα να γίνουν από τις αγνές προθέσεις πολυεθνικών, πολιτικών, εταιρειών. (πόσο ψεύτικο μπορεί από μόνο του να ακούγεται άραγε;)